Συνοπτική περίληψη του έργου:
Στα τέλη της δεκαετίας του ’60 ένας serial killer, αυτοαποκαλούμενος Zodiac, τρομοκρατεί τον κόλπο του San Francisco αναλαμβάνοντας την ευθύνη για φόνους που διέπραξε κι ανακοινώνοντας παράλληλα νέους μέσα από επιστολές που στέλνει στις εφημερίδες με την ταυτότητά του κωδικοποιημένη, απαιτώντας μέσω απειλών να δημοσιευτούν στα πρωτοσέλιδα.
Ένας εκκεντρικός αστυνομικός συντάκτης, ένας ειδικός πράκτορας της αστυνομίας κι ένας σκιτσογράφος της εφημερίδας San Francisco Chronile, θα προσπαθήσουν με κάθε τρόπο να λύσουν το γρίφο και να βρουν ποιος κρύβεται πίσω απ’ το άρρωστο μυαλό του Zodiac.

Προσωπική άποψη:
Εδώ κι ένα χρόνο περίπου, δηλαδή από τότε που έγινε γνωστό ότι μια ταινία με θέμα τον Zodiac είναι γεγονός και πόσο μάλλον υπό τις σκηνοθετικές εντολές του Fincher, περίμενα αγωνιωδώς. Δε θα πω ψέματα… Λόγω του ότι η ταινία παρουσιάστηκε ως θρίλερ, περίμενα να δω κάτι ανάλογο του πραγματικά εκπληκτικού “Se7en”. Τελικά η φαντασία μου διαψεύστηκε κι αυτό το οποίο παρακολούθησα δεν είχε καμία σχέση μ’ αυτό που είχα πλάσσει στο μυαλό μου. Όμως… όλως παραδόξως, μέσα στη διαφορετικότητά του ως αποτέλεσμα ήταν κάτι παραπάνω από ικανοποιητικό. Θα τολμούσε κανείς να πει εντυπωσιακό, τουλάχιστον ως προς κάποια σημεία.

Σαν παιδί ο Fincher ένιωσε στο πετσί του τον τρόμο που είχε σκορπίσει ο Zodiac με την εμμονή του ότι ο άνθρωπος είναι θήραμα, στις γειτονιές του San Francisco, καθησυχάζοντας τον το να καρφιτσώνει στο πέτο απ’ το αρκουδάκι με το οποίο κοιμόταν μια κονκάρδα με την πιο διάσημη ατάκα της εποχής: “Δεν είμαι ο Paul Avery”. Μνήμες που τον σημάδεψαν μια ζωή και που τον έκαναν να θεωρήσει ότι αυτή η ταινία θα ήταν το μόνο πράγμα που θα του έφερνε την κάθαρση.

Σ’ αυτές τις προσωπικές του μνήμες, όπως και στα δύο βιβλία του Graysmith στηρίχτηκε το σενάριο της ταινίας. Ένα σενάριο γαλουχισμένο με φόβο, ο οποίος φόβος έρχεται με την ωρίμανσή του να μετατραπεί σε εμμονή. Κι αυτή η εμμονή είναι το επίκεντρο της ιστορίας. Δεν έχουμε να κάμουμε με άλλη μια ταινία που περιστρέφεται γύρω απ’ τη δραστηριότητα του δολοφόνου και τα κίνητρά του όπως με τον John Doe στο “Se7en” που είχε υποδυθεί ο πολύς Kevin Spacey, αλλά με μια ταινία για τα πρόσωπα γύρω απ’ αυτόν. Για το πώς ο καθένας για διαφορετικούς λόγους μπλέχτηκε στο κυνήγι του και στην προσπάθεια αποκάλυψης της πραγματικής του ταυτότητας και πως αυτό επηρέασε τους ίδιους και τους ανθρώπους γύρω τους.

Μην περιμένετε λοιπόν να δείτε μια ταινία στην οποία δεσπόζουν σκηνές φρίκες, λουτρό αίματος, αποτρόπαιες δολοφονίες κι οτιδήποτε άλλο μπορεί να έχει σχέση με splutter movies. Έχουν να κάνουμε με μια ταινία η οποία περισσότερο αστυνομική θα μπορούσε να χαρακτηριστεί παρά θρίλερ. Θα μπορούσε να πει κανείς πως εν μέρει έχει και μια ντοκιμενταρίστικη διάθεση. Παρ’ όλο όμως που τα αστυνομικά έργα περνάνε φάση κορεσμού τα τελευταία χρόνια, η οπτική του Fincher είναι πολύ διαφορετική από την πεπατημένη αν και σαν θεματολογία δεν είναι κάτι πρωτοποριακό.

Ο ρυθμός της ταινίας σταθερός μεν, αργός δε! Παρ’ όλα ταύτα δεν κούραζε πέρα από ένα 20λεπτο ακριβώς στα μισά του έργου, όπου έκανε λίγο “κοιλίτσα” και προσωπικά κουράστηκα ελαφρώς. Ευτυχώς όμως η υπόθεση ανέκαμψε γρήγορα! Και μέσα στον βομβαρδισμό στοιχείων και γεγονότων, όπου η δράση αναγκαζόταν να περιοριστεί, ενσωματωνόντουσαν μικρές, πραγματικά καλλιτεχνικές σκηνές δολοφονιών, ικανές να ταρακουνήσουν και να μείνουν στη μνήμη του θεατή, με μια ωμότητα που δε βασιζόταν σε λίτρα αίματος ή σε ξεχυμένα εντόσθια. Κάπως έτσι ξεκινάει και το έργο, με μια τέτοια εναρκτήρια σκηνή, εκπληκτική ως προς την ένταση και την αναπαράσταση της εποχής, προσπαθώντας προφανώς να βάλει τον θεατή στο κλίμα. Με μία λέξη ο τύπος είναι μάγκας! Ξέρει να παίζει με τον θεατή και να κερδίζει την υπομονή του. Και το στίγμα του μέσα από ορισμένες, εμπνευσμένες γωνίες λήψεις είναι τόσο χαρακτηριστικό, που θα μπορούσε κανείς να πει κι αναγνωρίσιμο.

Ο Fincher καταφέρνει περίφημα να μας μεταδώσει το πως ο Zodiac επηρέασε, όχι μόνο τους ανθρώπους που ασχολήθηκαν με την υπόθεση και τις οικογένειές τους, αλλά μια ολόκληρη κοινωνία που ζούσε υπό ένα καθεστώς τρόμου. Και το καταφέρνει χωρίς να πέσει σε φτηνά κόλπα εντυπωσιασμού και χωρίς να καταφύγει σε υπερβάλλοντες σκηνές έντασης που ήταν χαρακτηριστικό του “Se7en”. Παράλληλα καταφέρνει ν’ αναβιώσει και ν’ αναπαραστήσει πειστικά την εποχή των 60’s-70’s και με διακριτά στοιχεία να περνάει μέσα απ’ τα χρόνια φτάνοντας προς το τέλος του έργου στα 90’s. Και κάπου εκεί ανάμεσα βρίσκεται και η αξιομνημόνευτη σκηνή όπου ο Fincher μέσα σε μερικά δευτερόλεπτα χτίζει την Transamerica Pyramid, τονίζοντας έτσι ακόμα πιο έντονα το πέρασμα του χρόνου.

Στο να μας μεταφερθεί όμως το κλίμα της εποχής πέραν απ' τις εικόνες, συμβάλλει καταλυτικά κι ο ήχος. Η επιλογή της μουσικής είναι καταπληκτική! Επιτυχίες των 60's και 70's, κυρίως σε χαμηλούς ρυθμούς και τόνους. Ούτε πολύ δυνατά, ούτε πολύ σιγά! Τόσο, όσο χρειαζόταν να δένει με τους υπόκοφους ήχους των εκάστοτε πλάνων (σειρήνες, πτροβολισμοί). Με άλλα λόγια, έγινε η καλύτερη δυνατή επιλογή ικανή να μαγέψει. Είναι ένας απ’ τους λίγους σκηνοθέτες (προερχόμενος από τον χώρο των video clips) που έχει φανατικούς οπαδούς τόσο στο πεδίο των κριτικών, όσο και στων θεατών. Και μετά από 5 χρόνια αποχής έπειτα από το “Panic Room” το 2002, επανέρχεται κερδίζοντας τους κριτικούς (κάτι που πάντα με ανησυχεί) και διχάζοντας τους θεατές. Όσοι περίμεναν ανεξέλγχτες αιματοχυσίες, απλά ζούσαν στην πλάνη των trailer.

Πέραν όλων των άλλων, καταφέρνει ν’ αποσπάσει εξαιρετικές ερμηνείες απ’ το σύνολο των συντελεστών, με εξέχουσες των τριών πρωταγωνιστών. Είναι αληθινά αξιοθαύμαστο πόσο μαγική είναι η χημεία που δένει αυτούς τους τρεις τόσο διαφορετικούς ανθρώπους. Διαφορετικούς τόσο ως πραγματικές προσωπικότητες, όσο κι ερμηνευτικά μέσα απ’ τους ρόλους τους. Ερμηνείες αντισυμβατικές και συνάμα λειτουργικές. Ο ανερχόμενος και ταλαντούχος Jake Gyllenhaal (είναι κι ωραίο παιδί), φαίνεται να προσέχει τα κινηματογραφικά του βήματα, κάνοντας καλές επιλογές και στηρίζοντας το ρόλο του δυναμικά. Μπορεί να μην είχε την ερμηνεία του “Brokeback Mountain” (όπου θεωρώ ότι ήταν κάτι παραπάνω από εξαιρετικός), αλλά και πάλι ήταν πολύ καλός στο ρόλο του παράξενου και μοναχικού σκιτσογράφου Robert Graysmith και σε κέρδισε ακόμα περισσότερο όσο η ταινία προχωρούσε κι επικεντρωνόταν πάνω του και στην εξέλιξη της εμμονής του με τη λύση γρίφων. Βέβαια ορισμένες στιγμές το baby face του τον πρόδιδε, αλλά δε βαριέσαι…

Ο Robert Downey Jr. απλά ανυπέρβλητος στο ρόλο του Paul Avery. Δεν ξέρω πως, αλλά όταν αυτός ο άνθρωπος όποτε εμφανίζεται, έστω και στο βάθος του πλάνου, καταφέρνει να μαγνητίζει όλα τα βλέμματα πάνω του. Πατώντας πάνω στην εμμονή του αστυνομικού συντάκτη για την εύρεση της αλήθειας, μέσα απ’ την αναγκαιότητα της δουλειάς του, χτίζει έναν πειστικότατο χαρακτήρα, που ενώ είναι κοντά στη λύση του μυστηρίου, χάνει το δρόμο του, πέφτει και χάνεται μέσα στη δίνη των αδυναμιών του. Τέλος, ο Mark Ruffalo, υποδυόμενος τον ειδικό αστυνομικό David Toschi που έχει αναλάβει την υπόθεση κι έχει εμμονή με τις αποδείξεις, πλάθει έναν χαρακτήρα ήρεμο και λογικό, που ώρες-ώρες λιγοψυχεί μπροστά στο αδιέξοδο των καταστάσεων, αλλά κάπου βαθιά μέσα του βρίσκει τον τρόπο ν’ αναθαρρεύει. Ρεαλιστικός και λιτός, μέσα στην αναταραχή αντιπροσωπεύει τη λογική.

Θα μπορούσαμε να μιλάμε για εργάρα αν συνέβαιναν 2 τινά. Πρώτον: έπρεπε να είναι μισή ώρα μικρότερη. Τα 158’ λεπτά ήταν πολύ για εκεί που ήθελε να καταλήξει και μόνο γι’ αυτό χάνει πόντους. Δεύτερον: δεν έρχεται η κάθαρση που περίμενε αγωνιωδώς τόσο ο θεατής, όσο και οι ήρωες. Αυτό βέβαια δε σημαίνει απαραίτητα τη σύλληψη του Zodiac. Απ’ την άλλη βέβαια δε θα μπορούσε και δε θα ‘ταν σωστό να παρέμβει στην πραγματική ιστορία. Άλλωστε η δικαιοσύνη παρά τις φήμες που κυκλοφορούν για το αντίθετο, δεν είναι τυφλή (όχι πάντα τουλάχιστον).

Καλογυρισμένο, με έξυπνες στιγμές έντασης, το σασπένς δεν απουσίαζε (αυτό βέβαια είναι υποκειμενικό, αν κάποιος θεωρεί σασπένς μόνο τα πιστολίδια ή μια γκόμενα που προσπαθεί να ξεφύγει από έναν τρελό με χασαπομάχαιρο, τότε όχι, δεν είχε), δυνατές και ταυτόχρονα ρεαλιστικές ερμηνείες με καλό δέσιμο μεταξύ τους κι άψογη μεταφορά του κλίματος της εποχής και του ψυχογραφήματος των ηρώων. Στα μόνα μείον, η ανεξήγητα μεγάλη διάρκεια και η κάθαρση που τελικά δεν ήρθε. Ίσως βέβαια οι θεατές που δεν γνωρίζουν την πραγματική ιστορία να μπερδευτούν κάπου εξαιτίας του μεγάλου όγκου πληροφοριών που καλούνται να συνδέσουν μαζί με τον Graysmith. Πέραν τούτου, άσχετα απ’ το γεγονός ότι μου άρεσε, δεν μπορεί να χαρακτηριστεί ως ταινία για όλους. Γι’ αυτό πριν την επιλέξετε ή την απορρίψετε, καλό θα ήταν να ενημερωθείτε για τι ακριβώς πρόκειται κι αν είναι δυνατόν κι έχετε τη διάθεση, να ρίξετε μια ματιά στην πραγματική ιστορία. Έτσι ίσως είναι ευκολότερο να παρακολουθήσετε την ιστορία, να καταλάβετε και να επεξεργαστείτε την πληθώρα πληροφοριών που δέχεστε καθ’ όλη τη διάρκεια της προβολής. Και να θυμάστε τι έλεγε στη διαφήμιση της ταινίας: "There's more than one way to lose your life to a killer".
Βαθμολογία 8,5/10

Ταυτότητα ταινίας:
Ελλ. τίτλος: Zodiac
Είδος: Αστυνομική
Σκηνοθέτης: David Fincher
Πρωταγωνιστές: Jake Gyllenhaal, Robert Downey Jr., Mark Ruffalo, Anthony Edwarts, Gary Oldman, Bijou Philips, Brian Cox
Παραγωγή: 2007
Διάρκεια: 158'

Σχετικά sites που αξίζουν τον κόπο: