Συνοπτική περίληψη του έργου:
Η Elizabeth Swann είναι κόρη ενός Άγγλου κυβερνήτη σε κάποιο νησί της Καραϊβικής. Τρέφει μεγάλο ενδιαφέρον για τις θαλασσινές περιπέτειες και τους πειρατές και πολύ περισσότερο απ’ όταν κάποια χρόνια πριν βρέθηκε παρούσα στη διάσωση του Will Turner που έφερε το σύμβολό τους.
Στη βάση των Άγγλων καταφθάνει ο Jack Sparrow, ένας πειρατής που αναζητάει πλοίο και πλήρωμα έτσι ώστε να ξεκινήσει το ταξίδι του σε ανεύρεση του δικού του πλοίου που κλάπηκε κάποια χρόνια πριν.
Όμως το Black Pearl, το πλοίο του Sparrow που τώρα πλέον τόσο αυτό, όσο και το πλήρωμά του συνοδεύονται από μια κατάρα, κάνει επιδρομή στη βάση κι απαγάγει την Elizabeth.
Ο Jack κι ο Will θα ξεκινήσουν ένα ταξίδι, ο πρώτος με σκοπό ν’ ανακτήσει το πλοίο του κι ο δεύτερος να σώσει την αγαπημένη του από τα χέρια των πειρατών.

Προσωπική άποψη:
Ταινία της οποίας η θεματολογία είχε να κάνει με πειρατές μέχρι το 2003 είχε περίπου μια οκταετία να κάνει την εμφάνισή της στις κινηματογραφικές αίθουσες. Η αλήθεια είναι ότι η εποχή εκείνη που τέτοιες ταινίες συνάρπαζαν το κοινό, τότε μου φαινόταν πως είχαν περάσει ανεπιστρεπτί. Το γεγονός δε ότι πολυδιαφημίστηκε μ’ έκανε αρνητική απέναντί της, σε συνδυασμό ότι τα μεγάλα blockbuster, παρά τη δαπάνη τεράστιων ποσών για την ολοκλήρωσή τους δεν είναι πάντα πετυχημένα ακόμα περισσότερο.

Τα πλούσια εφέ και τα μεγαλεπήβολα σκηνικά δεν αποτελούν πάντα σημαντικό παράγοντα επιτυχίας. Μερικές φορές οι ίδιοι οι συντελεστές της είναι εκείνοι που έχουν μεγαλύτερη βαρύτητα και μπορούν να οδηγήσουν στην επιτυχία. Κι η αλήθεια είναι πως όλα αυτά ο Bruckheimer κατάφερε να τα εναρμονίσει και να επιστρέψει με θριαμβευτική επιτυχία.

Ξεκινάω λοιπόν από το σενάριο που θα μπορούσε να χαρακτηριστεί ισορροπημένο. Ήρωες οικείοι, σα να τους έχουμε ξανασυναντήσει στο παρελθόν, τόσο ίδιοι και τόσο διαφορετικοί μεταξύ τους, θαλασσινοί θρύλοι και μύθοι που δεν αποτελούν στο σύνολό τους ατοπήματα της φαντασίας του σεναριογράφου, οδηγούν την εξέλιξη με σταθερό ενδιαφέροντα ρυθμό. Υπάρχουν αναδρομές κι αναφορές στο παρελθόν των ηρώων, που όχι μόνο δεν κουράζουν αλλά αντιθέτως, βοηθούν τον θεατή να κατανοήσει καλύτερα, τόσο την ιστορία, όσο και το ρόλο που καλείται να παίξει ο καθένας μέσα σ’ αυτή.

Βέβαια, όπως κάθε ταινία που σέβεται τον εαυτό της έχει και το απαραίτητο ρομαντικό ειδύλλιο, το οποίο όμως μοιάζει αρκετά ανιαρό, όχι τόσο λόγο της φύσης του, αλλά εξαιτίας των πρωταγωνιστών. Κι από τη στιγμή που αποτελεί παραγωγή της Disney, δε μπορεί να ξεφύγει από τις “παιδικές” καταβολές της. Μας ενοχλεί αυτό; Προσωπικά καθόλου!

Σκηνικά και κοστούμια είναι απλά καταπληκτικά. Η ματιά σου χάνεται τόσο πολύ που δύσκολα πιστεύεις ότι τα γυρίσματα δεν έλαβαν χώρα στην Καραϊβική του παρελθόντος, τότε που οι πειρατές σουλατσάριζαν από λιμάνι σε λιμάνι. Ταυτόχρονα τα εφέ που χρησιμοποιήθηκαν ήταν ιδιαίτερα εντυπωσιακά, ειδικά τις στιγμές όπου οι πειρατές μεταμορφώνονταν σε σκελετούς.

Βέβαια όλα αυτά μπορεί να μην είχαν καμία απολύτως σημασία αν δεν είχαν χειριστεί σωστά απ’ τον Gore Verbinski. Εν αντιθέσει με την δεύτερη ταινία, εδώ τα εφέ αξιοποιούνται λειτουργικά χωρίς να οδηγούνται στην υπερβολή προσπαθώντας να προκαλέσουν τον εντυπωσιασμό μας. Επιπλέον, ακόμα κι εκεί που οι τόνοι πέφτουν, δεν μας αφήνει να βαρεθούμε, αλλά το ενδιαφέρον μας παραμένει αμείωτο. Δημιουργεί την κατάλληλη σκοτεινή ατμόσφαιρα και οι σκηνές δράσης είναι μαγικές. Ειδικά η τελευταία μάχη είναι όλα τα λεφτά.

Η μουσική της ταινίας επική! Χρήση κυρίως κρουστών και θορυβωδών οργάνων, που δημιουργούν την απαραίτητη πομπώδη ατμόσφαιρα, ειδικά στις σκηνές δράσης, που ωστόσο κάπου νομίζεις ότι την έχεις ξανακούσει. Σε αρκετά σημεία λοιπόν η μουσική θυμίζει κάτι από “Gladiator”. Δεν είναι ταυτόσημα, αλλά η ομοιότητα είναι εμφανής και πολύ περισσότερο στο έμπειρο αυτί. Αν και μουσικά έχουμε άψογο συνδυασμό με την εικόνα, δεν είναι το ost που θα τρέξετε στο δισκοπωλείο ν’ αγοράσετε.

Και πάμε στον βασικό λόγο όπου κάποιος, ακόμα κι αν δε μπορούσε να πειστεί από τα παραπάνω, θα έπρεπε πάση θυσία να δει αυτή την ταινία. Ο λόγος δεν είναι άλλος από τον Johnny Depp. Για την ακρίβεια όλη η ταινία είναι ο Johnny Depp. Απλά αξεπέραστος, κανένας άλλος, και το πιστεύω φανατικά αυτό, δε θα μπορούσε να αντεπεξέλθει καλύτερα στο ρόλο αυτό. Ο υπέρτατος αντισυμβατικός αντιήρωας, με τις φοβερές κι έξυπνες ατάκες που προσδίδουν όλη τη χιουμοριστική διάθεση που μπορεί ν’ αντέξει η ταινία. Είναι το ίδιο απολαυστικός, τόσο όταν συμμετέχει ενεργά στη δράση, όσο κι όταν δεν κάνει τίποτα άλλο απ’ το να παρακολουθεί ατάραχος και γεμάτος αυτοπεποίθηση τις εξελίξεις.

Η Knightley, συγνώμη που θα το πω, είναι γενικώς στεγνή κι αποστειρωμένη. Δεν είναι και πολλές οι φορές που θα την δεις και θα θες να κόψεις τις φλέβες σου. Το ίδιο συμβαίνει κι εδώ, παραμένοντας απλά η μοναδική θηλυκή παρουσία. Κάτι ανάλογο συμβαίνει και με τον Bloom (όπως λέμε πατάτες μπλουμ) που γενικώς τον βρίσκω αδιάφορο. Πόσο μάλλον δίπλα σε μια παρουσία σαν αυτή του Depp. Αντίθετα, φοβερός είναι ο Geoffrey Rush στο ρόλο του κακού της υπόθεσης που εκτός των άλλων έχει μια απίστευτη χημεία με τον Depp.

Παίρνουμε λοιπόν έναν καλό, έναν κακό, έναν που δεν ξέρει ούτε αυτός τι είναι και μια ξυλόκοτα και τα βάζουμε στο πολυμίξερ. Το αποτέλεσμα; Μια επική θαλασσινή περιπέτεια που όμοιά της είχαμε χρόνια να δούμε. Ένας εκπληκτικός Depp που σηκώνει επάξια στους ώμους του το μεγαλύτερο βάρος της ταινίας. Δράση, περιπέτεια, πολύ χιούμορ σ’ ένα δυνατό blockbuster.
Βαθμολογία 9/10

Ταυτότητα ταινίας:
Ελλ. τίτλος: Οι Πειρατές Της Καραϊβικής: Η Κατάρα Του Μαύρου Μαργαριταριού
Είδος: Περιπέτεια
Σκηνοθέτης: Gore Verbinski
Πρωταγωνιστές: Johnny Depp, Geoffrey Rush, Orlando Bloom, Keira Knightley, Jonathan Pryce, Lee Arenberg
Μουσική: Klaus Badelt
Παραγωγή: 2003
Διάρκεια: 140’

Επίσημο site:
http://disney.go.com/disneypictures/pirates/