Συνοπτική περίληψη του βιβλίου: 
«Δεν είναι μια συνηθισμένη πράξη ο φόνος» είπε το βαμπίρ. «Δεν μπουκώνεται κανείς απλά με αίμα.» Κούνησε το κεφάλι. «Είναι η εμπειρία της ζωής του άλλου, συχνά η εμπειρία της αργής απώλειας εκείνης της ζωής μέσα από το αίμα. Είναι η επαναλαμβανόμενη εμπειρία της απώλειας της ίδιας μου της ζωής που βίωσα όταν ρουφούσα το αίμα από τον καρπό του Λεστάτ και ένιωθα την καρδιά του να χτυπά μαζί με τη δική μου. Είναι ξανά και ξανά μια τελετή εκείνης της εμπειρίας... γιατί για τα βαμπίρ αυτή είναι η απόλυτη εμπειρία.» 
Υπνωτικό, σοκαριστικό και ανατριχιαστικά ερωτικό, το μυθιστόρημα της Anne Rice επαναπροσδιόρισε το μύθο του βρικόλακα, με μια συναρπαστική ιστορία για την αγάπη και την απώλεια, το θάνατο και τη ζωή αλλά και την εκπληκτική δύναμη των ανθρώπινων αισθήσεων.

Προσωπική άποψη:
Η Anne Rice είναι μια απ’ τις μεγαλύτερες συγγραφείς μυθιστορημάτων τρόμου. Το “Συνέντευξη Με Έναν Βρικόλακα”, ίσως και να είναι η πιο γνωστή της νουβέλα, γεγονός στο οποίο συνέβαλε και η κινηματογραφική του μεταφορά, το οποίο κυκλοφόρησε για πρώτη φορά το 1976 και αμέσως έγινε πολύ μεγάλη επιτυχία. Από τον τίτλο ο καθένας θα περίμενε πως πρόκειται για άλλη μία ιστορία που κολασμένοι κι αχόρταγοι βρικόλακες κυκλοφορούν ελεύθεροι, ρουφώντας το αίμα κάθε δύστυχου περαστικού στο δρόμο τους, μετατρέποντάς κι αυτούς σε σκοτεινά πλάσματα της νύχτας προκειμένου να ακολουθήσουν τα βήματά τους. Τα πράγματα όμως στην πραγματικότητα είναι πολύ διαφορετικά. Και μπορεί να είχα διαβάσει το βιβλίο παλιότερα, όταν ακόμα ως παιδάκι εξασκούσα τα αγγλικά μου προσπαθώντας με τη βοήθεια του θείου μου να προβώ στον άθλο της μετάφρασης ωστόσο, δεν θα μπορούσα να αντισταθώ με τίποτα στο να ξαναβιώσω την ίδια αναγνωστική μαγεία, με μεγαλύτερη μάλιστα ευκολία αυτή τη φορά.

Ένας βρικόλακας, ο Λούις, διηγείται σ’ έναν νεαρό δημοσιογράφο της σύγχρονης εποχής την ιστορία της ζωής του ενώ ταυτόχρονα επιχειρεί να περιγράψει την περίεργη φύση του. Του εξιστορεί πως σε μια περίοδο όπου η απελπισία και οι τύψεις κυρίεψαν τη ζωή του συνάντησε τον βρικόλακα Λεστάτ ο οποίος του πρόσφερε την καταραμένη αθανασία. Πως ξεκίνησαν μαζί το ταξίδι της ατελείωτης νύχτας και της αιώνιας ζωής. Από τη Λουϊζιάνα του 1791, ταξίδεψαν στη Νέα Ορλεάνη όπου ο Λούις έφτασε στα όρια της δυσαρέσκειας, στο κομβικό εκείνο σημείο που θέλει ν’ απαρνηθεί τη νέα του φύση ωστόσο, εκείνη την καλεί πιο δυνατά από ποτέ. Δίψα για ζωή θα του δώσει η παρουσία ενός νεαρού κοριτσιού, της Κλόντια, την οποία ο Λεστάτ μεταμόρφωσε προκειμένου να τον κρατήσει κοντά του. Έπειτα από 65 βασανιστικά χρόνια στο πλευρό του Λεστάτ θα καταφέρει ν’ απελευθερωθεί και μαζί με την Κλόντια θα ταξιδέψουν στην Ευρώπη προσπαθώντας ν’ ανακαλύψουν περισσότερα για το σκοτεινό μυστικό που τους στοιχειώνει.

Η Rice έχει έναν ιδιαίτερο τρόπο γραφής που κάνει τις νουβέλες της να ξεφεύγουν απ’ τις συνηθισμένες, κοινότυπες γραμμές που ακολουθούν στην πλειοψηφία τους οι σύγχρονες ιστορίες τρόμου. Ο πυρήνας γύρω απ’ τον οποίο κινείται δεν στηρίζεται τόσο στην παράξενη φύση των απόκοσμων ηρώων της και την αθανασία τους, όσο στις ανθρώπινες πτυχές τους που απεγνωσμένα ψάχνουν διέξοδο. Την απληστία, την επιθυμία, την απελπισία, την επιβίωση, την απώλεια. Τα πλάσματα αυτά δεν προξενούν τον φόβο του αναγνώστη αλλά, τον θυμό του για την αδυναμία τους να αντισταθούν στις παρορμήσεις τους, τον ερωτισμό που δεν μπορεί να αντισταθεί στην γοητεία τους αλλά πάνω απ' όλα, τη συμπόνια του για την τραγική κατάσταση που τους οδηγήσει η φύση τους. Όσο κι αν φαντάζουν έξω από την ανθρώπινη φύση, από το τι είναι σωστό να υπάρχει στον κόσμο και τι όχι, όσο κι αν προσπαθούν να υιοθετήσουν ένα πρόσωπο αντοχής και θέλησης, βαθιά μέσα τους, όλοι, είναι στιγματισμένοι, βαθιά μέσα τους ζουν με την θλίψη που επιφέρει το σκοτάδι της ζωής τους, η μοναχικότητα της φύσης τους, η αδυναμία για πραγματικά συναισθήματα που μπορούν να αντέξουν στην αιωνιότητα χωρίς να ζητήσουν τίποτα παραπάνω.

Οι προσωπικότητες των ηρώων την βρίσκονται σε μια συνεχή σύγκρουση. Ο Λεστάτ μοιάζει αποκομμένος από κάθε ανθρώπινο συναίσθημα, διψασμένος μόνο για αίμα. Βρίσκει διασκεδαστικό το γεγονός ότι έχει στα χέρια του μια τόσο μεγάλη δύναμη. Μια δύναμη που του προσφέρει εξουσία αφού μπορεί την ίδια στιγμή να χαρίσει τον θάνατο ή την αθανασία. Απ’ την άλλη μεριά ο Λούις, ζει κρατώντας καλά φυλαγμένο μέσα του ένα κομμάτι της ανθρώπινης ψυχής του, γεγονός που τον κάνει περισσότερο ανθρώπινο απ' όσο θα μπορούσε ποτέ να ελπίζει οποιοδήποτε βαμπίρ. Δεν θέλει να σκοτώνει, μπορεί ακόμα ν’ αγαπά και ν’ απελπίζεται. Αυτό είναι και το στοιχείο που τον κάνει τόσο γοητευτικό για τους βρικόλακες που βρίσκει στο δρόμο του. Φαντάζει σαν ένα πολύτιμο απόκτημα που μπορεί να τους συνδέει με τις μακρινές αναμνήσεις ενός παρελθόντος που οι ίδιοι έχουν αφήσει πίσω τους ενώ παράλληλα, είναι το μόνο μέσον με τη βοήθεια του οποίου μπορούν να κατανοήσουν, να δεχτούν τις αλλαγές του κόσμου γύρω τους που εξελίσσεται διαρκώς και τελικά, να συμβιβαστούν, να βρουν εκείνο το κομμάτι από το οποίο μπορούν να πιαστούν για να ζήσουν.

Η ψυχρή φύση των βαμπίρ είναι ο κυρίως λόγος που αποζητάνε απεγνωσμένα τη συντροφικότητα, με τον έναν ή τον άλλο τρόπο, ακόμα κι αν δεν θέλουν να το παραδεχτούν. Η αθανασία φαντάζει ακόμα μεγαλύτερη όταν την περνάς μόνος σου. Δεν ξέρω αν αυτό θ’ ακουστεί κάπως διεστραμμένο, αλλά πέραν των προαναφερθέντων συναισθημάτων, τόσο το βιβλίο, όσο και η ταινία μεταγενέστερα, αποπνέει μια ιδιαίτερα ερωτική ατμόσφαιρα. Δεν είμαι σίγουρη αν αυτό οφείλεται στην γοητευτική προσωπικότητα των ηρώων ή στο ερωτικό στοιχείο που υποβόσκει σε πληθώρα σκηνών και περιστατικών. Γι’ αυτό που είμαι όμως σίγουρη είναι ότι πλανάται όλη την ώρα στην ατμόσφαιρα. Η σχέση ανάμεσα στον Λούις και την Κλόντια, ένα πρόσωπο μέσω του οποίου η συγγραφέας προσπαθεί να κρατήσει ζωντανή την κόρη της που έχασε από λευχαιμία, είναι κάτι περισσότερο από σχέση πατέρα-κόρης. Μην ξεχνάμε άλλωστε ότι η Κλόντια είναι ίσως ο πιο τραγικός χαρακτήρας της ιστορίας καθώς το μυαλό της μεγαλώνει, ωριμάζει και γίνεται γυναίκα την ίδια ώρα που το σώμα της δεν μπορεί να ακολουθήσει ανάλογη πορεία, την ίδια στιγμή που μπορεί να νιώθει αγάπη, πόθο, απελπισία και να την μοιράζεται με τον Λούις. Και μην μπερδεύεστε, όλα αυτά δεν έχουν να κάνουν με τον σαρκικό πόθο απαραίτητα αλλά με έναν διαφορετικό, εκείνον την κοινής συνείδησης και επιθυμίας, πράγμα που βιώνουμε μέσα από την σχέση του Λούις με τον Αρμάντ.

Άκρως περιγραφική, η συγγραφέας πλάθει έναν υπέροχο, σκοτεινό και γεμάτο μυστήριο κόσμο μέσα στον οποίον ζουν και κινούνται οι ήρωές της. Φανερά επηρεασμένη από cult και γοτθικούς, μπαρόκ ρυθμούς σε συνδυασμό με την έξοχη φαντασία της απ’ τη μία και την ιστορική ακρίβεια απ’ την άλλη, δεν δυσκολεύει τον αναγνώστη να δει μέσα απ΄ τα δικά της μάτια και να πλάσει με το νου του μια πραγματικότητα που δεν έχει να κάνει σε τίποτα με τους σκοτεινούς πύργους της Τρανσυλβανίας όπου ζουν κι έρπονται συντροφιά με τους βρικόλακες πάσης φύσεως δαιμόνια. Παράλληλα, με εξαιρετική δεινότητα, καταφέρνει να ξεχωρίσει τα στοιχεία εκείνα που κάνουν ευδιάκριτη την αλλαγή νοοτροπίας και τρόπου διαβίωσης στην εκάστοτε χώρα που ταξιδεύουν οι ήρωές μας, όσο και την μετάβαση από την μια εποχή στην άλλη. Εξαιρουμένων ελάχιστων ευτυχισμένων στιγμών που η αγάπη κι η συντροφικότητα εξαλείφουν κάθε σκοτεινό κι αιματοβαμμένο σημείο της ιστορίας, που τα πάντα μοιάζουν να γεμίζουν φως και χρώμα, το κλίμα σκοταδισμού παραμένει σταθερά σε υψηλά επίπεδα. Κι εκεί που νομίζουμε πως ξέρουμε τα πάντα πλέον τόσο για τους ίδιους τους ήρωες, όσο και για τον κόσμο τους, οι εκπλήξεις διαδέχονται η μία την άλλη. Κάθε τόσο ένα νέο κομμάτι έρχεται να προστεθεί στο παζλ κι ότι νομίζαμε πως ξέραμε μέχρι εκείνη τη στιγμή αλλάζει, γίνεται πιο σκληρό, πιο τρομακτικό, πιο βίαιο.
Βαθμολογία 10/10

Ταυτότητα βιβλίου:
Συγγραφέας: Anne Rice
Μεταφραστής: Παϊδούση Ειρήνη
Εκδόσεις: Anubis
Κατηγορία: Ξένη Λογοτεχνία
Έτος Έκδοσης: 2011
Αρ. σελίδων: 376
ISBN: 978-960-497-145-9