Συνοπτική περίληψη του βιβλίου:
Ένα ζευγάρι μάτια που παρατηρούν την Ντίνα σε ένα παζάρι, μια φιγούρα που παραμονεύει στους βάλτους μέσα στην ομίχλη, ένα στοιχειό που το βλέπεις μόνο όταν θέλει αυτό να το δεις.
Ο Σέζουαν, που κατέχει το χάρισμα των ερπετών να ξεγελά και να πλανεύει, είναι ένας τρομακτικός και διφορούμενος χαρακτήρας. Είναι όμως κι ο πατέρας της Ντίνα. Όταν εμφανίζεται για να συναντήσει την κόρη που ποτέ δεν έχει δει, η Αισχύντρα και η οικογένειά της αποφασίζουν να φύγουν μακριά.
Μην έχοντας σε ποιον να στραφεί, η Ντίνα αναγκάζεται να δει πέρα από τη δολιότητα του πατέρα της και να χρησιμοποιήσει τις δικές της δυνάμεις προς όφελός της.

Προσωπική άποψη:
Έχει περάσει αρκετός καιρός από τότε που άφησα την τετραλογία στη μέση, όχι όμως τόσος ώστε να μπορέσει κάποιος να με χαρακτηρίσει απαράδεκτη. Άλλωστε, μεσολάβησαν συνέχειες βιβλίων που περιμέναμε πως και πως και έτσι, πήραν προτεραιότητα. Ωστόσο, παίρνοντας την απόφαση να συνεχίσω την σειρά και επιστρέφοντας με το τρίτο μέρος της, αισθάνθηκα σαν να με κοροϊδεύει το ίδιο το βιβλίο και μάλιστα, με στα μούτρα μου. Είχα ακούσει ότι το τρίτο βιβλίο της σειράς είναι και το καλύτερο όμως δεν το περίμενα τόσο καλό που θα το έκλεινα μόνο αφού είχα διαβάσει και την τελευταία σελίδα του. Γιατί ακριβώς αυτό συνέβη! Ξεκίνησα να διαβάζω και δεν σταμάτησα παρά μόνο όταν είχε μείνει το οπισθόφυλλο και τίποτα άλλο.

Οι οικογένεια πέρασε μεγάλες δυσκολίες στα δύο προηγούμενα βιβλία, με πρώτη και κύρια, την απαγωγή μητέρας Αισχύντρα από τον Δράκο και εν συνεχεία, την απαγωγή της κόρης της προαναφερόμενης, Ντίνα, από τον ξάδερφο του Δράκου, τον Βάλντρακου, με κοινό σκοπό να χρησιμοποιήσουν το χάρισμα των δύο γυναικών προς όφελός τους και για εξυπηρετήσουν τους δόλιους σκοπούς τους. Αυτή τη φορά τα πράγματα είναι διαφορετικά καθώς, η Ντίνα και η οικογένειά της, δεν προσπαθούν να ξεφύγουν από τον Δράκο και ότι σημαίνει το όνομά του. Μπορεί να τους απειλεί όμως ακόμα ο πόλεμος δεν είναι τόσο κοντά ώστε να τους ανησυχεί σε τρομακτικό βαθμό. Είναι ασφαλείς, τουλάχιστον μέχρι την στιγμή που εμφανίζεται ο Σεζουάν, ένα Μαύρος Μάγος που όπως αποδεικνύεται, είναι και ο πατέρας της Ντίνας. Η μητέρα της αποφασίζει να εγκαταλείψουν για μια ακόμα φορά το σπίτι τους, πράγμα που τους φέρνει αντιμέτωπους με νέες δυσκολίες και κινδύνους αλλά και κατά έναν παράξενο τρόπο, ακόμα πιο κοντά στο στόμα του λύκου από τον οποίο ήδη κινδύνευαν.

Η Kaaberbol αποφασίζει να στρέψει αυτή τη φορά την ιστορία της σε μια ελαφρώς διαφορετική κατεύθυνση. Χωρίς να μειώνει ή να υποσκελίζει την δράση, η οποία διατηρεί έναν σταθερό ρυθμό, με ισορροπημένα διαστήματα ανάπαυλας στο ενδιάμεσο, οδηγώντας σταδιακά στο σημείο όπου τα διάφορα μέτωπα ενώνονται σε ένα προκειμένου να φτάσουμε στην κορύφωση, επιλέγει να επιστήσει την προσοχή της στους ίδιους τους χαρακτήρες καθώς και στα προσωπικά διλήμματα αλλά και τους δαίμονες που βασανίζουν τον καθέναν από αυτούς. Η Ντίνα μαθαίνει την αλήθεια για την καταγωγή της, γνωρίζει έναν πατέρα που δεν ξέρει αν μπορεί να εμπιστευτεί αλλά παρ' όλα ταύτα κάτι βαθιά μέσα της την σπρώχνει κοντά του ενώ παράλληλα, ανακαλύπτει ότι ίσως έχει ένα χάρισμα που μέχρι σήμερα αγνοούσε, ένα χάρισμα που μπορεί να την κάνει περισσότερο παιδί του πατέρα της παρά της μητέρας της, κάνοντάς την να απομακρυνθεί από κοντά της. Ο Ντάβιν από την άλλη, όπως και ο Νίκο, καλούνται να περάσουν καταστάσεις που τους φέρνουν στα όριά τους, όχι μόνο σωματικά αλλά κυρίως πνευματικά καθώς οι εφιάλτες τους γίνονται πιο δυνατοί από ποτέ, οι αναμνήσεις ζωντανεύουν και οι ψίθυροι γίνονται εμμονές κατηγορίας.

Για μια ακόμα φορά η αφήγηση γίνεται τόσο από τη μεριά της Ντίνας όσο και από εκείνη του Ντάβιν. Αυτό θα λέγαμε ότι είναι εξυπηρετικό από πολλές απόψεις. Πρώτα απ' όλα, δεν υπάρχει μονοτονία καθώς οι δυο χαρακτήρες είναι διαφορετικοί μεταξύ τους κατά συνέχεια, διαφέρει και ο τρόπος της αφήγησής τους. Από 'κει κι έπειτα, μας επιτρέπεται να έχουμε μια σφαιρική εικόνα των καταστάσεων και των γεγονότων, είτε οι δύο νεαροί είναι μαζί, είτε όχι. Στην πρώτη περίπτωση μπορούμε να δούμε τις δύο διαφορετικές όψεις του ίδιου νομίσματος ενώ στη δεύτερη, μπορούμε να γνωρίζουμε τι ακριβώς συμβαίνει σε διαφορετικά μήκη και πλάτη, έχοντας έτσι μια ολοκληρωμένη εικόνα που μα βοηθάει να συνδέσουμε τα κομμάτια και να οδηγηθούμε στο φινάλε χωρίς απορίες που δεν θα μπορούσε υπό άλλες συνθήκες κανείς να μας λύσει. Όλα αυτά, σε συνδυασμό με την  παραμυθένια φαντασία της συγγραφέως και της εξαιρετικές περιγραφές της, μας ταξιδεύουν και πάλι σε άλλους κόσμους κι εποχές όπου όλα είναι τόσο γνώριμα και όμως, τόσο διαφορετικά.

Το εντυπωσιακό αυτού του μέρους της ιστορίας είναι το πόσο εύστοχα κατάφερε να αξιοποιήσει η συγγραφέας την ψυχοσύνθεση των ηρώων της και ας μου επιτραπεί η έκφραση, να παίξει μαζί τους. Τους βάζει σε μια νέα σειρά δοκιμασιών η οποία δεν θέτει απλά σε κίνδυνο τη ζωή τους. Ριψοκινδυνεύουν να χάσουν το ίδιο τους το μυαλό, να επιτρέψουν στο μυαλό και την ψυχή τους να δηλητηριαστεί σε τέτοιο βαθμό που να πιστέψουν στο τέλος ότι δεν υπάρχει καμία ελπίδα γι' αυτούς και το χειρότερο όλων, ότι αυτό συμβαίνει επειδή στην πραγματικότητα είναι σωστό και δίκαιο και κανείς τους δεν είναι άξιος να σωθεί αλλά, πρέπει να πληρώσει το τίμημα των πράξεων που διαφορετικά θα τον στοιχειώνουν μέχρι να τους βρει ο θάνατος και ποιος ξέρει, ίσως και ακόμα παραπέρα. Ουσιαστικά, η δράση και η περιπέτεια συνδυάζονται εύστοχα και εύστροφα σε έναν αγώνα επιβίωσης και μια κόντρα με το ίδιο μας το είναι που καλείται να επιλέξει αν μπορεί να δεχτεί την αλήθεια για τον εαυτό του και να προχωρήσει με αυτήν.
Βαθμολογία 10/10

Ταυτότητα βιβλίου:
Συγγραφέας: Lene Kaaberbol
Μεταφραστής: Γλυνάτσης Θέμελης
Εκδόσεις: Πατάκης
ατηγορία: Ξένη Λογοτεχνία
Έτος Έκδοσης: 2008
Αρ. σελίδων: 454
ISBN: 978-960-16-2720-5